url : https://www.ellopos.gr/papaioannou.asp
Ο Χέγκελ μπορούσε να υμνεί ταυτόχρονα και την «εργασία της αρνητικότητας» και την «υπομονή της ιστορίας». Κι αυτό γιατί η ιστορία όπως τη ζούσε, η ιστορία εννοούμενη ως μια σταύρωση του Λόγου, επέτρεπε μια βαθύτατα επαναστατική συμπεριφορά, που θεωρούσε την ανησυχία ως κινητήρα του γίγνεσθαι και ταυτόχρονα μετέθετε τη στιγμή της ικανοποίησης στις εσχατιές του χρόνου, καθώς επίσης επέτρεπε και μια στάση ριζώματος στο παρόν που απέκλειε κάθε προοπτική ενός οποιουδήποτε μέλλοντος. Αυτή υπερίσχυσε εν τέλει, τόσο ώστε, χρησιμοποιώντας κατηγορίες και αντιλήψεις που είχαν συλληφθεί αρχικά για να «ρευστοποιήσουν» και να κινητοποιήσουν όλα όσα η παράδοση και η νόηση θεωρούσαν στέρεα και σταθερά, ο Χέγκελ κατέληξε να σταματήσει το ρολόι του την ίδια στιγμή που η τριπλή επανάσταση, βιομηχανική, δημοκρατική και κοινωνική, άρχισε να αναπτύσσεται.
Ο Μαρξ διατήρησε την εγελιανή ενότητα της ελευθερίας και της αναγκαιότητας, αλλά αντί να αναφερθεί στον Λόγο και τα τεχνάσματά του, πίστεψε ότι θα «ξαναστήσει τη διαλεκτική στα πόδια της» τοποθετώντας την στην καρδιά της πάλης των ανθρώπων μεταξύ τους και κατά της φύσης. Ταυτόχρονα, έβλεπε και αυτός την ιστορία να διαδραματίζεται σύμφωνα με μια λογική «αναγκαία και ανεξάρτητη από τη θέληση των ανθρώπων», σε μια σειρά προοδευτικών σταδίων που αντιστοιχούν στις τέσσερις εποχές του εγελιανού Weltgeist.[45] Φυσικά, το σύστημα αναφοράς δεν είναι πλέον το ίδιο. Η αρχαία πόλις, ο εγελιανός χαμένος παράδεισος, δεν μπορεί να αναγνωριστεί από τον μαρξισμό, γιατί προϋπέθετε την ατομική ιδιοκτησία και ήταν βασισμένη στην εκμετάλλευση και τη δουλεία. Μετά τον βαρώνο λα Οντάν,[46] ο Μαρξ και ο Ένγκελς θα αναζητήσουν το όραμα της αναρχίας και την ευδαιμονία της ολότητας στο καραϊβικό Ελντοράντο του Ζαν Ζακ ή στο ιροκέζικο του Λιούις Μόργκαν[47] -σε έναν κόσμο «χωρίς στρατιώτες, χωρίς χωροφύλακες ή αστυνόμους, χωρίς ευγενείς, χωρίς βασιλιάδες, κυβερνήτες, έπαρχους ή δικαστές, χωρίς φυλακές, χωρίς δίκες» όπου «όλα συνεχίζουν κανονικά το δρόμο τους», όπου «δεν μπορούν να υπάρχουν ούτε φτωχοί ούτε εξαθλιωμένοι» και όπου «όλοι είναι ελεύθεροι και ίσοι».[48]