Σελ 2
Ὅσα μοῦ ἀφαίρεσαν, ἀλίμονο, πῶς νὰ τὰ γράψω ὅλα;
Ἀντὶ γι’ αὐτὰ μοῦ ‘βαλαν νἄχω ληστὲς
τὴν οἴηση καὶ τὸν ὄκνο, τὴν ἡδονὴ καὶ τὴ μέριμνα
πῶς ν’ ἀρέσω στοὺς ἄλλους,
στ’ ἀντίθετα μ’ ἔσυραν καὶ μὲ διαμέλισαν.
Ἄλλοι τὴ σωφροσύνη παινεύοντας, τὴ νηφαλιότητά μου,
ἄλλοι τὰ ἔργα μου, νεκρὸ μὲ κατάφεραν,
οἴηση, τὸ παράδοξο πρᾶγμα, τὴ μεγάλη ἀπορία, σὲ μένα ἔσπειραν, τὸν καταβρωμισμένο.
Προηγούμενη σελίδα | Περιεχόμενα | Ἑπόμενη σελίδα
Πρβλ. Μυστικοὶ τῆς Ὀρθοδοξίας (στὸ πρωτότυπο) | Ἀποφθέγματα τῶν Πατέρων (στὰ Νέα Ἑλληνικά)