Ἀποσπάσματα
Σελ 5
ΟΙ ΤΕΣΣΕΡΕΙΣ αἰῶνες τῆς τουρκοκρατίας ζητοῦσαν νὰ μεγαλώνουν τὴν ἄσκηση, “μὲ ἄλλον τρόπο καθημερινὴ βίωση τῆς ἀποταγῆς τοῦ κόσμου καὶ τῶν ἐν αὐτῷ τερπνῶν”.[132] Ἤδη ἐπὶ Παλαιολόγων τὸ Βυζάντιο “κατέστη τὸ ὁμοίωμα τοῦ Πάσχοντος Χριστοῦ, ἡ δὲ ζωὴ τῶν χριστιανῶν καθηγιάσθη μὲ τὸν πόνον, ἤτοι ἔγινε βιοτὴ ἀληθῶς κατὰ Χριστόν, καθ’ ὅσον ἔλειψεν ἡ βεβαιότης διὰ τὴν ἐπαύριον, ἥτις ὑπῆρχε κατὰ τοὺς προηγουμένους αἰῶνας τῆς ἰσχυρᾶς αὐτοκρατορίας, καὶ αὐτοὶ οὐκ εἶχον ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπεζήτουν”.[133]
“Ὡς κοινότητα μελλοθάνατων ἀδελφῶν προβάλλει τὸ τραγικὸ καράβι τοῦ νεώτερου Ἑλληνισμοῦ στὴ διάρκεια τῆς τουρκοκρατίας. Οἱ διανθρώπινες σχέσεις τῶν ραγιάδων οἰκοδομοῦνται πέρα ἀπὸ τὶς οἰκονομικὲς σχέσεις ... Ἡ αἴσθηση ὅτι ἡ αὐθαιρεσία ἀποτελεῖ τὸ κύριο γνώρισμα τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, κινεῖ ἐναργέστερα τοὺς ἠθικοὺς συνδέσμους τῶν ραγιάδων στὴν ἐλεγειακή τους ἀπομόνωση.[[134]] ... Ἦταν λοιπὸν δύσκολο μέσα σὲ αὐτὴ τὴν ἀκένωτη ἠθικὴ πραγματικότητα νὰ λειτουργήσει ὁ γραπτὸς νόμος, ὁ ὁποῖος κατ’ ἐξαίρεσιν ἐφαρμοζόταν μερικὲς φορές· γιατὶ ὁ γραπτὸς νόμος ἀποσκοπεῖ στὴ ρύθμιση τῶν σχέσεων τῆς συναλλακτικῆς ἰδιαιτέρως οἰκονομίας καὶ ὄχι στὴν ὑπερνίκηση τῶν συμφερόντων, τῶν ὁποίων ἡ ἐκκόλαψη ἢ ἐκτροπὴ δὲν ἦταν εὔκολη στὴν κοινότητα, ἐφόσον μὲ τὴν κοινότητα δὲν ἐπιδιωκόταν κέρδος ἢ ἀμοιβαία καταδολίευση, ἀλλὰ ἡ ἠθικὴ καὶ μόνο συνεκτικότητα τῶν ραγιάδων.[[135]] ... Ἡ ἀταξικὴ σύνθεση τῶν Ἑλλήνων τῆς τουρκοκρατίας ἦταν ἀπόρροια τῆς ἐνδοκοσμικῆς ἀσκητείας ἑνὸς ὀρθόδοξου ἔθνους, τὸ ὁποῖο διεκδικοῦσε τὴν ἐλευθερία του. Ἡ κοινοβιακὴ μόνωση τῶν Ἑλλήνων τῆς τουρκοκρατίας ἦταν μιὰ ἐλεύθερα ἐπιλεγμένη ἀναγκαστικότητα ... Ἡ ἰδιοκτησία στὸν τουρκοκρατούμενο Ἑλληνισμὸ δὲν ἄγγιζε τὴν ἐμπράγματη σχέση καὶ συνέβαινε νὰ ὑπηρετεῖ ἄλλους γενικώτερους ἰδεατοὺς σκοπούς. Τὸ ἰδανικὸ αὐτὸ ἦταν συνέχεια τῆς ἀντίληψης, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία οἱ Βυζαντινοὶ αὐτοκράτορες εἶναι οἱ φυσικοὶ προστάτες ὅλων τῶν ἀδικουμένων, ὑποχρεωμένοι ἀπέναντι στὸν Θεὸ νὰ προστατεύουν τοὺς ἀδύνατους ἀπὸ τὴν καταπίεση τῶν ἰσχυρῶν.[[136]] ... Ὁ τελευταῖος ἀγώνας τῶν Νέων Ἑλλήνων κατὰ τῶν βαρβάρων, μακρὸς καὶ αἱματηρός, σημειώνει ὁ Γκρούντβιχ, ἀποδεικνύει στοὺς Εὐρωπαίους τῆς Διαφώτισης, ὅτι οἱ ἀρχαῖοι δὲν πέθαναν ἄτεκνοι, ὅπως ἐκεῖνοι νόμισαν. Ἀντιθέτως μάλιστα ὁ νέος τύπος Ἕλληνος ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος προβάλλει μετὰ τὴν Ἅλωση, καθίσταται περισσότερο ἀνδρικὸς μὲ ζωὴ ἐσωτερικὰ πλουσιώτερη καὶ πιὸ ἁγνή.[[137]] ... Τὸν ἐθνικὸ τύπο τῆς νεοελληνικῆς λεβεντιᾶς σφοδρῶς ἀντιμάχεται ἡ νέα ἡγεσία τοῦ Κρατιδίου ... Ὁ Βαυαροκρατούμενος μεταφαναριωτικὸς φραγκολεβαντινισμὸς ... ὑπέσκαψε κάθε μεταφυσικὴ προϋπόθεση καὶ μὲ τὴν ψυχρὴ λογικὴ διέσπασε τὴ συναισθηματικὴ σχέση πρὸς ὅλες τὶς ἀξίες τῆς νεοελληνικῆς ζωῆς”.[138]
[132] Σταμάτης Σκλήρης, Ἐν ἐσόπτρῳ…, ὅ.π., σ. 196.
[133] Κόντογλου, Ἡ πονεμένη Ρωμιοσύνη, ὅ.π., σελ. 149-50.
[134] Ἡ αὐθαιρεσία ἦταν ἔκδηλη ἀκόμη καὶ στὶς σχέσεις μὲ τὸν κλῆρο, παρὰ τὰ ‘προνόμια’ ποὺ εἶχαν δοθεῖ. Ὅπως γράφει ὁ Μεταλληνός, (Τουρκοκρατία, ὅ.π., σ. 68), “παρὰ τὴν ἐξωτερική τους λάμψη, τὰ προνόμια ἀποδεικνύονταν στὸ τέλος κίβδηλο νόμισμα. Ἡ θέση τοῦ Πατριάρχη-Ἐθνάρχη καὶ ὅλων τῶν συνεργατῶν του ἦταν ἰδιαίτερα δύσκολη καὶ ἐπικίνδυνη. Γιατὶ δὲν ἦταν πάντα δυνατὴ καὶ εὔκολη ἡ διατήρηση τῶν ἰσορροπιῶν. Πραγματικὴ ἢ ὑποθετικὴ ἔλλειψη νομιμοφροσύνης εἶχε βαρύτατες συνέπειες, ἀφοῦ ἡ θέληση τοῦ σουλτάνου ἦταν τελικὰ ὁ ὑπέρτατος νόμος. Ἔτσι ἐξηγοῦνται οἱ ἀλλεπάλληλες ἐκτελέσεις πατριαρχῶν καὶ ἐπισκόπων μέχρι τὸ 1821”.
[135] Πρβλ. τὸν Μεταλληνό, (“Ἡ συνέχεια τοῦ Γένους μετὰ τὴν Ἅλωση”, Ἡ Ἅλωση τῆς Πόλης, ὅ.π., σελ. 324-5): “ὁ κοινοτισμὸς ἔγινε ὁ τρόπος κοινωνικῆς ὑπάρξεως τοῦ Γένους, ποὺ συνέχισε τὴν προ-χριστιανικὴ παράδοσή του, στὸ πλαίσιο ζωῆς ποὺ προσέφερε τώρα ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν ἐνορία στὴ διπλὴ ἐκδοχή της (μοναστικὴ-κοσμική). Ἄλλωστε, τὰ θεμέλια τοῦ κοινοτισμοῦ στὴν Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι ὀρθολογικὰ καὶ οἰκονομικά, ἀλλὰ πνευματικὰ (τὸ φιλάδελφον καὶ φιλάνθρωπον).”
[136] Πρβλ. τὸν Πανταζόπουλο, (Ὁ ἑλληνικὸς κοινοτισμός…, ὅ.π., σελ. 31-32): “ἡ κοινότητα Μοσχοπόλεως μὲ τὴ βοήθεια τῶν συντεχνιῶν καὶ τῶν μοναστηριῶν πρωτοστατοῦσε σὲ ἔργα κοινωνικῆς πρόνοιας… Στὸ Σύστημα ἢ Διαταγὲς τῆς πόλεως Μελενίκου… τὰ κουτεῖα ταῦτα τῶν πτωχῶν καὶ θέλουν περιφέρονται εἰς τὰ ὀσπίτια, νὰ εἶναι ἢ κλειδωμένα ἢ βουλωμένα ἀπὸ τοὺς ἐπιτρόπους τοῦ κοινοῦ, οἱ ὁποῖοι μόνον νὰ ἔχουν τὴν ἄδειαν νὰ τὰ ἀνοίγουν καί… νὰ τὰ ἀπερνοῦν… εἰς τὸν λογαριασμὸν τῶν πτωχῶν… Ἕνα ἄλλο παράδειγμα προηγμένης κοινωνικῆς πρόνοιας μᾶς εἶναι γνωστὸ ἀπὸ τὶς Κυδωνίες, ὅπου ἐφαρμοζόταν ἕνα πρωτότυπο σύστημα χρηματοδοτήσεως τοῦ θεσμοῦ τῶν ὑποτροφιῶν… Ἔμπρακτη ἀπόδειξη κοινοτικῆς ἀρετῆς-ἀλληλεγγύης εἶναι ἡ ἀνέγερση στὸ ἐσωτερικὸ καὶ τὸ ἐξωτερικὸ ἀπὸ μέρους ἀποδήμων, ὡς φορέων κοινοτικῆς-κοινωνικῆς πολιτικῆς, καλλιμάρμαρων ἐκπαιδευτηρίων καθὼς καὶ εὐαγῶν ἱδρυμάτων ποὺ δὲν ἦταν σὲ θέση νὰ ἀντιμετωπίσει ὁ πενιχρὸς κοινοτικὸς ἢ κρατικὸς προϋπολογισμός.”
[137] Ἔχει ἐνδιαφέρον ὅτι ὁ Γκρούντβιχ δὲν συγκρίνει μὲ τὸ Βυζάντιο, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀρχαιότητα, ἡ δυτικὴ ἐξιδανίκευση τῆς ὁποίας δὲν τὸν ἐμπόδισε νὰ δεῖ αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Κόντογλου, ὅτι “οἱ λαοὶ ποὺ ζοῦνε μὲ πόνο καὶ μὲ πίστη τυπώνουνε πιὸ βαθιὰ τὸν χαραχτῆρα τους στὸν σκληρὸ βράχο τῆς ζωῆς, καὶ σφραγίζουνται μὲ μιὰ σφραγίδα ποὺ δὲν σβήνει ἀπὸ τὶς συμφορὲς κι ἀπὸ τὶς ἀβάσταχτες καταδρομές, ἀλλὰ γίνεται πιὸ ἄσβηστη… γιατὶ μὲ τὸν πόνο ξεσκεπάζουνται στὸν ἄνθρωπο τὰ μεγάλα μυστήρια τοῦ κόσμου, ἂν ἐκεῖνος ποὺ πονᾶ ἔχει ἀνθρωπιὰ καὶ πίστη” (βλ. Κόντογλου, Ἡ πονεμένη Ρωμιοσύνη, ὅ.π., σελ. 269, 325).
[138] Τσάκωνας, Εἰσαγωγὴ εἰς τὸν Νέον Ἑλληνισμόν, Ἀθήνα 1958, σ. 108-110, 113-4, 120, 123-4.
Προηγούμενη Ἑνότητα - Ἑπόμενη Ἑνότητα