Ἀποσπάσματα
Σελ 11
Ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 5ου αἰῶνα (μετὰ τὴν σύνοδο τῆς Χαλκηδόνος) ὁ αὐτοκράτορας προτοῦ στεφθεῖ δίνει ὅρκο ὅτι θὰ προασπίζει τὴν πίστη ὅπως τὴν καθορίζουν οἱ οἰκουμενικὲς σύνοδοι. Ἀπὸ τὸν 6ο αἰῶνα ἀρχίζει νὰ μειώνεται ὁ στρατιωτικὸς χαρακτήρας τῆς ἀνάδειξής του. Τὸ 602 χρονολογεῖται ἡ πρώτη μαρτυρία διαχωρισμοῦ τῆς ἀναγόρευσης ἀπὸ τὴν στέψη, ἡ ὁποία τώρα “τελεῖται σὲ ἐκκλησιαστικὸ χῶρο”.[43] Ἡ θανατικὴ ποινὴ καταργεῖται (ἡ ἀνθρωποφαγία τῆς παλιᾶς ἀρένας οὔτε κἂν δὲν ὑπῆρξε, ἐνῶ μονομαχίες θηρίων καὶ ἀνθρώπων καταργήθηκαν ἀπὸ τὸν Ἀναστάσιο τὸν 5ο αἰῶνα), μειώνονται τὰ νομικὰ αἴτια ποὺ δικαιολογοῦν ἔκδοση διαζυγίου, αὐξάνονται οἱ βαθμοὶ συγγενείας ποὺ ἀπαγορεύουν τὸν γάμο, βελτιώνεται ἡ θέση τῆς γυναίκας, τὰ παιδιὰ μποροῦν νὰ ἐπιλέγουν τὸ ἐπώνυμο τῆς μητέρας ἀντὶ τοῦ πατέρα τους, γενικὰ βελτιώνεται ἡ νομικὴ ὑπόσταση παιδιῶν καὶ γυναικῶν, ἀναγνωρίζεται μόνο ὁ χριστιανικὸς γάμος, κλπ.[44] Πάντως “οἱ βυζαντινοὶ νόμοι ἦταν κάτι ποὺ διαρκῶς ἄλλαζε” καὶ “ἔμειναν πάντα οὐσιῶδες μέρος τοῦ συντάγματος, ἡ μόνη αὐθεντία μπροστὰ στὴν ὁποία καὶ ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας ἦταν ὑποχρεωμένος νὰ ὑποχωρεῖ”.[45] Τὸ κοινὸν τῆς βυζαντινῆς πολιτείας ἐπέτρεπε διαφωνία χωρὶς διαίρεση, ἐπαφὴ ἀπρόσκοπτη ἀπὸ κοινωνικὲς ἱεραρχήσεις, ἀκόμη καὶ ἐξέγερση[46] χωρὶς διάλυση.
“Ἐνῶ ὁ βυζαντινὸς κόσμος συγκροτοῦσε κοινωνία, τὸ [δυτικὸ] ἀπολυταρχικὸ κράτος ἦταν μιὰ ἑταιρεία... ἡ ἑνότητα τοῦ κράτους δὲν σήμαινε ἑνότητα πνεύματος. Ἡ δυτικὴ κοινωνία ἔμεινε οὐσιωδῶς κοινωνία ρηγμάτων, κοινωνία ἰσορροπίας κι ὄχι ἑνότητας. Κάθε τμῆμα τοῦ διασπασμένου κοινωνικοῦ ὅλου, εἶχε τὴ δική του ἀντίληψη γιὰ τὸν κοινωνικὸ βίο, τὴ δική του ἀξιολογικὴ κλίμακα, καὶ τοὺς δικούς του σκοπούς. Γιὰ νὰ κατανοήσουμε τὴν πνευματικὴ δομὴ τῆς δυτικῆς κοινωνίας, θὰ πρέπει νὰ ἔχουμε συνεχῶς κατὰ νοῦν ὅτι: ὁ ἴδιος ὁ ἀστικὸς κόσμος, ποὺ ἀπὸ τὸν 11ο αἰῶνα καὶ ἐντεῦθεν ἀποτελεῖ ἕνα διαρκῶς ἐνισχυόμενο τμῆμα τῆς κοινωνίας, συνιστᾶ ὄχι μιὰ ταυτότητα ἀλλὰ μιὰ συμμαχία, ἐντὸς τῆς ὁποίας ὑπάρχουν ἐπίσης ρήγματα – ὄχι πάντοτε δευτερευούσης σημασίας”.[47]
[43] Χριστοφιλοπούλου, “Περὶ τὸ πρόβλημα τῆς ἀναδείξεως τοῦ βυζαντινοῦ αὐτοκράτορος”, ΕΕΦΣΠΑ περ. Β’, τ. ΙΒ’, 1961-2, σ. 460.
[44] Πρβλ. Ράνσιμαν, ὅ.π.
[45] Ράνσιμαν, Βυζαντινὸς πολιτισμός, ὅ.π., σ. 89.
[46] Τὸ στοιχεῖο αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπερβάλλεται, ἂν σκεφτεῖ κανεὶς τὴν παρατήρηση τοῦ Ράνσιμαν, ὅτι τὸ ποσοστὸ τῶν ἀμερικανῶν προέδρων ποὺ ἔχουν δολοφονηθεῖ εἶναι πολὺ μεγαλύτερο ―σὲ σχέση μὲ τὰ χρόνια ὕπαρξης τῶν ΗΠΑ― ἀπὸ τὸ ποσοστὸ τῶν δολοφονημένων βυζαντινῶν αὐτοκρατόρων.
[47] Δρακόπουλος, Κείμενα μὲ σπασμένη ἑνότητα, ὅ.π., σελ. 143-4.