Ἀποσπάσματα
Σελ 7
“Τί ἤτανε, ἀληθινά, ἐκεῖνο τὸ Βυζάντιο, ἐκείνη ἡ Κωνσταντινούπολη;” ἀναλογίζεται ὁ Κόντογλου. “Παραμυθένιος κόσμος! ... Μοναχὰ τὸ Βυζάντιο κατέβασε στὴ γῆ τὴν οὐράνια ἁρμονία. ... Μὲ ὅλη τὴ ζωηρὴ δραστηριότητα ποὺ εἴχανε οἱ Βυζαντινοὶ στὰ ἐγκόσμια, ἡ σκέψη τους κι ἡ καρδιά τους ἤτανε πάντα γυρισμένη στὴν ἄλλη ζωή, στὴν αἰώνια ζωή. ... Τούτη ἡ ἀφοσίωση στὴ μέλλουσα ζωή, στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἔκανε ὥστε καὶ τὸ σύστημα τῆς ἐπίγειας ζωῆς τους νὰ πάρει κάποιον χαρακτῆρα αἰωνιότητας, σὰν μιὰ ἀτελὴς προεικόνιση ‘ἐκείνου τοῦ καινοῦ αἰῶνος, τοῦ θαυμαστοῦ’. Ὄχι μοναχὰ τὰ θρησκευτικὰ αἰσθήματά τους, μὰ καὶ τὰ κοσμικά, εἴχανε χαρακτῆρα λειτουργικόν. Γιὰ ὅποιον εἶναι σὲ θέση νὰ νοιώσει καλὰ τί εἶναι αὐτὸ τὸ ‘λειτουργικό’, ποτὲς ἄλλη φορὰ ἡ ὁμαδικὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων δὲν ἔφταξε σ’ ἕνα τέτοιο πνευματικὸ ὕψος. Ὅσοι θελήσανε καὶ θέλουνε νὰ κρίνουνε τὸ Βυζάντιο μὲ τὸν συνηθισμένο χονδροειδῆ ἀντιπνευματικὸν τρόπο καὶ μὲ τὶς γνωστὲς ἀνόητες εὐφυολογίες, καὶ νὰ τὸ γελοιοποιήσουνε σὲ βαθμὸ ποὺ νὰ ὀνομάζουνε ‘βυζαντινισμὸ’ κάθε ἀφηρημένη συζήτηση καὶ οὐτοπία, αὐτοὶ φανερώνουνε μ’ αὐτὸ πόσο ἀνίδεοι εἶναι ἀπὸ ἀληθινὴ πνευματικότητα, μὲ ὅλους τοὺς ψεύτικους τίτλους τῆς σοφίας καὶ τῆς ἐπιστήμης ποὺ εἶναι στολισμένοι”.[92]
“Ἔξω ἀπὸ τὰ σύνορα ἐνεδρεύανε συνεχῶς οἱ βάρβαροι καὶ πάρα πολὺ συχνὰ ξεχύνονταν οἱ ὀρδές τους καὶ διασχίζοντας τὶς ἐπαρχίες ἢ τὴ θάλασσα, ἔφταναν μπροστὰ στὶς πύλες καὶ τῆς ἴδιας τῆς πρωτεύουσας. Οἱ φωτιὲς τῶν καταυλισμῶν τῶν Οὕννων, τῶν Περσῶν, τῶν Βουλγάρων, εἶχαν ὅλες λάμψει μπροστὰ στὴν Πόλη, τὰ πλοῖα τῶν Σαρακηνῶν καὶ τῶν Ρώσων εἶχαν σκεπάσει τὴ θάλασσα κάτω ἀπὸ τὰ τείχη της. Πρὶν ἀπὸ τοὺς Βενετοὺς πειρατὲς καὶ ἀπὸ τοὺς Τούρκους, πολλοὶ μεγάλοι στρατοὶ καὶ στόλοι λίγο εἶχε λείψει νὰ πετύχουν. Στὶς ἀρχὲς τοῦ 8ου αἰῶνα ὅλοι οἱ κάτοικοι εἶχαν διαταγὴ νὰ ἔχουνε στὰ σπίτια τους προμήθειες γιὰ τρία χρόνια, τόσοι πολλοὶ ἦταν οἱ κίνδυνοι ποὺ καραδοκοῦσαν ὁλόγυρά τους... Σὲ ἕναν κόσμο σκοτεινὸ καὶ ταραγμένο ἡ μεγάλη αὐτὴ Αὐτοκρατορία, ἡ τελευταία κοιτίδα τοῦ πολιτισμοῦ, συνεχῶς κλονιζόταν μπροστὰ στοὺς βαρβάρους καὶ δὲν συνερχότανε παρὰ μονάχα γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει νέες ἐπιθέσεις. Αἰῶνες ὁλόκληρους ἡ μεγάλη Πόλη ἔμεινε ἄθικτη, σύμβολο στὰ μάτια τῶν ξένων αἰώνιας δύναμης καὶ αἰώνιου πλούτου. Οἱ Βυζαντινοὶ ὅμως ἤξεραν ὅτι κάποια μέρα τὸ τέλος θὰ ἐρχόταν, ὅτι κάποια ἀπὸ ὅλες αὐτὲς τὶς ἐπιθέσεις κάποτε θὰ πετύχαινε. Οἱ προφητεῖες ποὺ ἦταν γραμμένες σὲ ὅλη τὴν Κωνσταντινούπολη, σὲ κίονες καὶ σὲ σοφὰ βιβλία, ὅλες τὴν ἴδια ἱστορία ἔλεγαν, γιὰ τὶς ἡμέρες ποὺ δὲν θὰ ὑπῆρχαν πιὰ αὐτοκράτορες, γιὰ τὶς τελευταῖες ἡμέρες τῆς Πόλης, γιὰ τὶς τελευταῖες ἡμέρες τοῦ πολιτισμοῦ”.[93]
[92] Κόντογλου, Ἔργα, τ. 6 (Μυστικὰ Ἄνθη), Ἀθήνα 19924, σελ. 93-6.
[93] Ράνσιμαν, Βυζαντινὸς πολιτισμός, ὅ.π., σελ. 249-50.
Προηγούμενη Ἑνότητα - Ἑπόμενη Ἑνότητα