Ἀποσπάσματα
Σελ 12
Βιώνει κανεὶς τὴν ἱστορία ἀληθινὰ ὅταν ὑπάρχει “ὅπως ὁ Παῦλος, ποὺ κάθε μέρα πέθαινε, ἐπειδὴ συνεχῶς προχωροῦσε σὲ κάποια νέα ζωή...”[244] Ὅπως συμβαίνει μὲ κάθε ἄνθρωπο προσωπικά, ἔτσι τὸν πολιτισμὸ ποὺ ἔχει πραγματικὴ ἀξία ὅλα τὸν βοηθοῦν, ἡ νίκη ὅσο ἡ ἅλωση, καὶ αὐτὸν ποὺ δὲν ἔχει ἀξία ὅλα τὸν διαφθείρουν. Ἡ ἴδια ἡ ἱστορία διδάσκει ὅτι δὲν χρειάζεται κἂν τὸ ἐθνικό του ὄνομα γιὰ νὰ εἶναι ὁ ἑλληνισμὸς δημιουργικός. Σὲ τί ἐμπόδισε τὸ ρωμαϊκὸ ὄνομα τοῦ Βυζαντίου; Κι ὅταν οἱ Βυζαντινοὶ ἄρχισαν σταδιακὰ νὰ ὀνομάζονται Ἕλληνες, ἁπλῶς συμφωνοῦσαν σιωπηλὰ νὰ πάρουν τὸ ὄνομα μὲ τὸ ὁποῖο ἤδη τοὺς ὀνόμαζε ἡ Δύση, τὸ ὁποῖο οἱ ἴδιοι δὲν ἔβλεπαν οὔτε κατάλληλο οὔτε ἀταίριαστο. Ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἐχθροὺς τοῦ Βυζαντίου (ἴσως ὁ μεγαλύτερος, ἂν καὶ δὲν ἔχει προσεχθεῖ ἀρκετά), ἦταν ἡ ἴδια ἡ πνευματική του ὑπεροχὴ παρατεινόμενη σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε μόνη διέξοδο προσέφερε ὁ ἐσωτερικὸς διάλογος μὲ τὴν ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα. Αὐτὸ ἦταν ἑπόμενο νὰ καλλιεργεῖ πιὸ ‘ἑλληνικὴ’ αὐτοσυνειδησία, ἀλλὰ καὶ αὐτοϊκανοποίηση. Ὅμως καὶ τὸ εὐρωπαϊκὸ ὄνομα τῆς σημερινῆς Ἕνωσης εἶναι ἑλληνικό, σημαίνοντας τὴν θεία ὅραση (εὐρύοπος καλεῖται ὁ Δίας), ἀποκρινόμενο ἔτσι στὴν ψυχὴ τοῦ ἑλληνισμοῦ τουλάχιστον ἀπὸ Ὁμήρου μέχρι σήμερα:
“Ὅποιος δὲν νοιάζεται γιὰ τὴν Ἀλήθεια, / εἶναι τῆς ἀμεριμνησίας του ἡ δῆθεν γαλήνη / σὰν τὴν αἰώνια νύχτα τοῦ κακοῦ θανάτου, – ἄκαρπη, / δίχως οὐδενὸς πράγματος φόβο ἢ ἐλπίδα, δίχως ἀρχή, / δίχως τέλος, ἀσυνείδητη, σὰν τὴν ψιλὴ ἔννοια / θανάτου δίχως τρόπαια χρωμάτων, δίχως κὰν τὴν στιλπνότητα / Κρίσεως μελλοντικιᾶς μετὰ σαλπίγγων”.[245]
[244] Εἰς τὸ Ἆσμα Ἀσμάτων, τ. 6, σ. 366· πρβλ. Φιλ. 3.13, Ὠριγένους, Εἰς Ἱερεμίαν, ὁμιλία 13, ἑν. 3.
[245] Παπατσώνης, Σχῆμα, εἰς Ἐκλογὴ Α’, Β’, ὅ.π., σ. 9.