ΤΟ ΒΙΟ-ΜΗΧΑΝΙΚΟ ΠΡΟΤΑΓΜΑ
(Ἀποσπάσματα τῆς πρώτης μορφῆς)
Περιεχόμενα |
Χάρη στὴν ἀκόμα πιὸ δυναμικὴ καὶ ἐργαλειακὴ φύση του σὲ σύγκριση μὲ τὸν θρησκευτικὸ (ἢ καὶ τὸν πολιτικὸ) δυναμικὸ δογματισμό, ὁ ἐπιστημονισμὸς μπορεῖ νὰ ἐξαπλώνεται κυριαρχικὰ σὲ πολὺ διαφορετικὲς πολιτισμικὲς παραδόσεις, χωρὶς αὐτὸ νὰ εἶναι παράδοξο, ὅπως δὲν εἶναι παράδοξο ὅτι δὲν κυριάρχησε στὸν βυζαντινὸ κόσμο, ἀλλὰ οὔτε στὸν ἀρχαῖο ἑλληνικό. Ὅτι ὅμως ἡ ‘ἐπιστημονικὴ’ συνείδηση ὡς τέτοια χρειάζεται τὸ φάντασμα τῆς ἀντικειμενικότητας δὲν σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι δυνατὸ νὰ ἀρκεσθεῖ σὲ ἄψυχη καὶ ἀκόμα πλαστὴ ὕπαρξη. Διότι ἀδύνατο νὰ εἶναι γνήσια ὡς ἀντικειμενικότητα ἰδίως, ἐφόσον ἱδρύθηκε αὐθαίρετα, καὶ ἀδύνατο νὰ ἱκανοποιεῖ, ὅταν ἀνήκει καὶ συμβάλλει στὴν κατάργηση τῆς κοινωνίας: “συνεχίζει νὰ μ’ ἐντυπωσιάζει τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ πανεπιστήμιο ὡς κουλτούρα, τόσο μὲ τὴν ἀνθρωπολογικὴ ὅσο καὶ τὴν κοινωνιολογικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου, ἔχει ἐξελιχθεῖ σὲ κάτι ποὺ πλησιάζει μίαν αὐτάρκη κλειστὴ [περίπου‑]κοινωνία ... Τὸ πανεπιστήμιο τείνει νὰ γίνει ἕνας καθαυτὸ ἀπομονωμένος [περίπου‑]κόσμος καὶ μιὰ ἀποξενωμένη κοινωνία, ποὺ οἱ παρανοϊκὲς συνέπειες τῶν ἴδιων της τῶν ζωτικῶν δυνάμεων δραστηριότητας, συγκέντρωσης καὶ ἐπαγγελματισμοῦ, τὴν ἀποκόπτουν ἀπὸ τὴν πραγματικότητα. Ὡστόσο ἡ πραγματικότητα, στὸν βαθμὸ ποὺ ἀφορᾶ στὴν πνευματικὴ ζωή, λέει σίγουρα τοῦτο: ὅτι ἡ ζωὴ τοῦ πνεύματος στὸ πανεπιστήμιο περιορίζεται ἢ ἀκόμη καὶ παγιδεύεται ἀνάμεσα σὲ δύο [τουλάχιστον] μυλόπετρες: μιὰ εἶναι ἡ ἀνάγκη γιὰ ἐπιστημονικὴ εἰδίκευση, καὶ μιὰ εἶναι ἡ ἀναπόφευκτη ἐκλαΐκευση ...
“Ἂν δὲν ὑπάρχει ἕνα ὑψηλότερο ἐπίπεδο πάνω στὸ ὁποῖο θὰ σταθοῦμε, ἂν δὲν ἔχουμε κανένα λόγο νὰ κρατηθοῦμε ὄρθιοι, ἂν δὲν ἐνδιαφέρει καμμιὰ κίνηση ποὺ νὰ κοσμεῖ τὴν στάση μας καὶ κανένας χρόνος γιὰ κάτι περισσότερο ἀπὸ μιὰ σύντομη στιγμὴ ἐπικοινωνίας, τότε μποροῦμε [;] νὰ ὑποψιαστοῦμε ὅτι ἔχουμε φτάσει στὸ σημεῖο, ὅπου ἡ κουλτούρα θὰ ὑποχρεωθεῖ νὰ ὑπάρχει χωρὶς νὰ συνδέεται μὲ μιὰ πνευματικὴ κοινότητα. Θἆναι ἕνα ἔργο χωρὶς ὑπόθεση, θέατρο χωρὶς σκηνή, μιὰ παράσταση χωρὶς ἀκροατήριο, ὁ ἦχος τοῦ χειροκροτήματος χωρὶς τὴν συμμετοχὴ μιᾶς αὐθόρμητης, πολιτισμένης ἀνταπόκρισης. Κάτι τέτοιο θὰ μοῦ φαινόταν —καὶ ἐλέγχω ὅσο μπορῶ περισσότερο τὴν μελαγχολία μου— ὅτι προοιωνίζει μιὰ σοβαρὴ κατάρρευση τῆς πνευματικῆς ζωῆς στὰ περισσότερα μέρη τῆς Δυτικῆς κοινωνίας”.[278]
Ὅμως οἱ οἰωνοὶ δὲν εἶναι τόσο πρόσφατοι, ὅπως οὔτε ὁ ἐπιστημονισμός, καὶ εἶχαν ἤδη πραγματοποιηθεῖ ὅταν γράφονταν αὐτὲς οἱ γραμμές.
[278] Λάσκυ, Ὁ μεγάλος
τροχός, μτφρ. Ζ. Δρακοπούλου, Ἀθήνα χ.ἔ., σελ. 29-33.